- Λαμπέτη, Έλλη
- (Βίλια Αττικής 1926 – Νέα Υόρκη 1983). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της ηθοποιού του θεάτρου Έλλης Λούπου. Υπήρξε μία από τις πιο σημαντικές όσο και χαρισματικές πρωταγωνίστριες του ελληνικού θεάτρου και δευτερευόντως του κινηματογράφου που επηρέασε πλήθος άλλων στη συνέχεια. Ο θείος της, επίσης ηθοποιός, της έδωσε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμό της από τον ήρωα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη στο ποίημα Αστραπόγιαννος και την προέτρεψε να δώσει εξετάσεις στη σχολή της Μαρίκας Κοτοπούλη. Αν και απορρίφθηκε από την επιτροπή, η ίδια η Κοτοπούλη ξεχώρισε την επιμονή και το θράσος αυτής της μάλλον μελαγχολικής παρουσίας με το έντονο βλέμμα και το χαρακτηριστικό ψεύδισμα, επιλέγοντάς την ως πρωταγωνίστρια. Έτσι, σε ηλικία μόλις 16 ετών έπαιξε με τον θίασο Κοτοπούλη στο έργο Η Χάνελε πάει στον Παράδεισο και από τότε οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες, αφού όλοι έκαναν λόγο για μια αποκάλυψη και για ένα νέο μεγάλο ταλέντο. Αμέσως μετά συνέχισε τις εμφανίσεις της τόσο με τον ίδιο θίασο όσο και με αυτούς των Σπύρου Μουσούρη, Κατερίνας, Θεάτρου Τέχνης σε πλήθος έργων όλων των ρεπερτορίων. Φουσκοθαλασσιές, Λίλιομ, Αντιγόνη και Ματωμένος γάμος ήταν κάποια από τα έργα που πήραν άλλη διάσταση με το βάθος της υποκριτικής της ερμηνείας. Το 1952 συγκρότησε θίασο με τους Παπά και Χορν, ανεβάζοντας στη σκηνή έργα όπως Βαθιά γαλάζια θάλασσα, Άμλετ και Έγκλημα και τιμωρία, με τα οποία περιόδευσαν με μεγάλη επιτυχία στην Κύπρο, στην Κωνσταντινούπολη, στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια. Την περίοδο 1955-59 ο θίασος Λαμπέτη-Χορν παρουσίασε μια σειρά από άλλα έργα, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν Ο βροχοποιός, Ζιζί, Το νυφικό κρεβάτι και Ο βαβάς. Από το 1961, μόνη πλέον θιασάρχης, ανέβασε δεκάδες άλλες παραστάσεις, όπως Η μικρή μας πόλη, Ξυπόλητη στο πάρκο, Λεωφορείον ο πόθος, Γλυκιά Ίρμα για να καταλήξει στα Παιδιά ενός κατώτερου θεού, που ήταν και η τελευταία της εμφάνιση στη σκηνή το 1981. Ενδιάμεσα έπαιξε δίπλα σε σπουδαίους συναδέλφους της, όπως τον Μάνο Κατράκη, τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και την Κατερίνα. Συνεργάστηκε επίσης με το Εθνικό Θέατρο (Ο κουρέας της Σεβίλης, 1948 κ.α.) και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (Βυσσινόκηπος, 1974). Με τον κινηματογράφο ασχολήθηκε αυστηρά επιλεκτικά συμμετέχοντας μόλις σε εννέα ταινίες. Έκανε την πρώτη της εμφάνιση το 1946 με το φιλμ Αδούλωτοι σκλάβοι. Από τις υπόλοιπες ταινίες της ξεχωρίζουν: Παιδιά της Αθήνας (1947), Διαγωγή μηδέν (1949), Κυριακάτικο ξύπνημα (1954), Κάλπικη λίρα (1955), Το κορίτσι με τα μαύρα (1956) και Τελευταίο ψέμα (1958). Παντρεύτηκε τον συγγραφέα Μάριο Πλωρίτη (1950-53) και τον συγγραφέα και σκηνοθέτη Φρεντ Γουέικμαν (1959-76), ενώ ενδιάμεσα η σχέση της με τον Δημήτρη Χορν στάθηκε καθοριστική για τη ζωή και την καριέρα της. Το 1969 προσεβλήθη από καρκίνο και πάλεψε ηρωικά με την ασθένεια έως τον θάνατό της. Προτού πεθάνει η ίδια, έζησε των απώλεια των γονιών της και των πέντε αδελφών της.
Η μεγάλη ηθοποιός Έλλη Λαμπέτη (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
Dictionary of Greek. 2013.